Συζυγική απιστία και αριθμός σεξουαλικών συντρόφων στις γυναίκες: Πώς επηρεάζουν τα γονίδια και η ανατροφή;

Η συζυγική απιστία και ο αριθμός των σεξουαλικών συντρόφων κατά τη διάρκεια της ζωής μιας γυναίκας επηρεάζονται από γονίδια. Είναι πιθανόν ότι τα γονίδια αυτά σχετίζονται με τα χρωμοσώματα 3, 7 και 20.

Τα γονίδια, αλλά και η ανατροφή, φαίνεται ότι επηρεάζουν τις πιθανότητες μια γυναίκα να προχωρήσει σε συζυγική απιστία και να έχει πιο πολλούς σεξουαλικούς συντρόφους στη ζωή της. 

Σε έρευνα που συμπεριέλαβε 1.600 ζεύγη διδύμων γυναικών από το Ηνωμένο Βασίλειο, γιατροί από το νοσοκομείο St Thomas, εξέτασαν το ρόλο των γενετικών κληρονομικών παραγόντων στη σεξουαλική συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Επίσης διερεύνησαν το ρόλο του περιβάλλοντος και της ανατροφής στον ίδιο τομέα της συμπεριφοράς τους.

Τα ζεύγη διδύμων στην έρευνα περιελάμβαναν μονοζυγωτικές δίδυμες, δηλαδή είχαν ακριβώς πανομοιότυπο χρωμοσωμικό περιεχόμενο και διζυγωτικές δίδυμες με χρωμοσώματα όπως δύο αδέλφια που δεν είναι δίδυμα.

Οι μονοζυγωτικοί δίδυμοι προέρχονται από τη διαίρεση ενός μοναδικού ωαρίου το οποίο γονιμοποιήθηκε από ένα σπερματοζωάριο και έτσι έχουν ακριβώς το ίδιο γενετικό υλικό.

Οι διζυγωτικοί δίδυμοι προέρχονται από δύο ωάρια που γονιμοποιήθηκαν από δύο σπερματοζωάρια. Έχουν μόνο κατά 50% κοινά γονίδια όπως δηλαδή τα αδέρφια που γεννήθηκαν από διαφορετικούς τοκετούς.

Οι γυναίκες έδωσαν με τρόπο που διασφάλιζε την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών, στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των επεισοδίων συζυγικής απιστίας στα οποία είχαν εμπλακεί, τον αριθμό των σεξουαλικών συντρόφων που είχαν στη ζωή τους και τη θέση που είχαν έναντι της συμπεριφοράς της απιστίας.

Ο μέσος όρος ηλικίας των διδύμων γυναικών που έλαβαν μέρος στην έρευνα, ήταν 50 ετών. Περίπου το 25% ήσαν διαζευγμένες.

Τα αποτελέσματα μας δίνουν χρήσιμες πληροφορίες για το ρόλο των γονιδίων και άλλων παραγόντων που επηρεάζουν τα χαρακτηριστικά της σεξουαλικής συμπεριφοράς των γυναικών:

  1. Διαπιστώθηκε ότι περισσότερες από το 90% των γυναικών δήλωσαν ότι είχαν σε κάποια φάση της ζωής τους σκέψεις απιστίας. Όμως μόνο 22% των γυναικών είχαν προχωρήσει έμπρακτα σε απιστία
  2. Στις γυναίκες που είχαν δηλώσει ότι δεν είχαν ποτέ περάσει έμπρακτα στη συζυγική απιστία, ο αριθμός των σεξουαλικών συντρόφων στη ζωή τους, ήταν κατά μέσο όρο 4. Σε αυτές που είχαν διαπράξει συζυγική απιστία, ο αριθμός των σεξουαλικών συντρόφων κατά τη διάρκεια της ζωής τους, ήταν 8
  3. Οι γονιδιακοί κληρονομικοί παράγοντες επηρέαζαν κατά 41% τη γυναικεία συζυγική απιστία και κατά 38% τον αριθμό των σεξουαλικών συντρόφων που είχε στη ζωή της μια γυναίκα
  4. Ο γονιδιακός συσχετισμός των δύο αυτών χαρακτηριστικών ήταν ισχυρός και ανερχόταν στο 47%. Αυτό σημαίνει ότι η κληρονομικότητα παίζει ρόλο όχι μόνο στη συμπεριφορά συζυγικής απιστίας αλλά και στον αριθμό σεξουαλικών συντρόφων που έχει μια γυναίκα στη ζωή της
  5. Εκτός όμως από τους κληρονομικούς γονιδιακούς παράγοντες, φάνηκε ότι το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει μια γυναίκα και η ανατροφή της, παίζουν σημαντικό ρόλο που τροποποιεί τις γονιδιακές επιδράσεις στη συζυγική απιστία και στον αριθμό των σεξουαλικών συντρόφων
  6. Η πλειονότητα των γυναικών, ακόμη και μεταξύ εκείνων που είχαν διαπράξει συζυγική απιστία, δήλωσαν ότι η πράξη αυτή είναι λανθασμένη.

Πρόκειται για μια από τις λίγες μελέτες που εξέτασαν μέχρι σήμερα τις επιδράσεις των γονιδίων στη συμπεριφορά της συζυγικής απιστίας.

Η κληρονομικότητα και η ισχυρή επίδραση της ανατροφής στη συζυγική απιστία, επιτρέπουν μια καλύτερη κατανόηση της εξέλιξης της σεξουαλικής συμπεριφοράς των ανθρώπων.

Στα ζώα, το ζήτημα αυτό έχει μελετηθεί διεξοδικά. Μάλιστα σε άλλα θηλαστικά, έχει αναγνωρισθεί το γονίδιο του υποδοχέα της βαζοπρεσίνης που εμπλέκεται στη σεξουαλική συμπεριφορά. Η απουσία υποδοχέων βαζοπρεσίνης στον εγκέφαλο αυξάνει σημαντικά την απιστία σε θηλαστικά ζώα.

Αντίθετα στον άνθρωπο, ακόμη δεν έχουν γίνει τέτοιες ανακαλύψεις. Οι ερευνητές υποψιάζονται ότι γονίδια των χρωμοσωμάτων 3, 7 και 20 μπορεί να εμπλέκονται στη σεξουαλική συμπεριφορά. Όμως δεν κατέστη ακόμη δυνατόν να εντοπισθούν συγκεκριμένα γονίδια που ρυθμίζουν τη συμπεριφορά αυτή στον άνθρωπο.

Βλέπουμε λοιπόν ότι γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες επηρεάζουν την έκφραση χαρακτηριστικών της προσωπικότητας σε σχέση με τη συζυγική απιστία και τον αριθμό σεξουαλικών συντρόφων.

Οι παράγοντες αυτοί εξηγούν τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των γυναικών στο πρόβλημα της απιστίας.