Επικίνδυνη η υπέρταση κύησης για τα βρέφη

Τα παιδιά που έχουν γεννηθεί από μητέρες οι οποίες εκδήλωσαν προεκλαμψία κατά την κύηση, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιακών ελλειμμάτων, σύμφωνα με καναδική μελέτη.

Το 2%-8% των εγκύων εκδηλώνει προεκλαμψία, μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από υψηλή αρτηριακή πίεση του αίματος και αρνητικές επιπτώσεις στην λειτουργία βασικών οργάνων, όπως οι νεφροί και το ήπαρ. Η προεκλαμψία χαρακτηρίζεται από πρωτεϊνουρία, οξείες κεφαλαλγίες και προβλήματα όρασης.

Επίσης, επηρεάζει άμεσα την εγκυμοσύνη, προκαλώντας πρόωρο τοκετό και χαμηλό σωματικό βάρος γέννησης. Αυξάνονται ακόμα οι πιθανότητες κρίσεων στην επίτοκο, κώματος και αποκόλληση του πλακούντα.

Τα ακριβή αίτια της προεκλαμψίας είναι άγνωστα, αλλά πιστεύεται ότι προκαλείται από μη φυσιολογική ανάπτυξη των αιμοφόρων αγγείων που παρέχουν αίμα στον πλακούντα. Η διάγνωσή της γίνεται σε προχωρημένο στάδιο της εγκυμοσύνης, μετά την 20η εβδομάδα και συχνά στο τρίτο τρίμηνο.

Ομάδα ειδικών του Πανεπιστημίου του Μόντρεαλ διαπίστωσε ότι τα νεογνά που είχαν γεννηθεί από μητέρες με προεκλαμψία είχαν υψηλότερη συχνότητα βασικών καρδιακών ελλειμμάτων, δηλαδή το 0,1% έναντι του 0,07% αυτών των οποίων οι μητέρες δεν είχαν προεκλαμψία.

Βέβαια, ο υψηλότερος κίνδυνος αφορούσε τις περιπτώσεις των γυναικών που είχαν εκδηλώσει προεκλαμψία πριν από την 34η εβδομάδα της κύησης.

Απ΄ την άλλη, η προεκλαμψία σχετίστηκε με ηπιότερα καρδιακά ελλείμματα ανεξαρτήτως του πότε εκδηλώθηκε. Έτσι, το 1,5% των βρεφών που γεννήθηκαν από μητέρες με προεκλαμψία είχαν «μη κρίσιμο» καρδιακό έλλειμμα, συγκριτικά με το 0,8% των άλλων νεογνών.

Οι ερευνητές εξηγούν ότι η μελέτη δεν αποδεικνύει ότι η προεκλαμψία προκαλεί καρδιακά προβλήματα, αφού η ανάπτυξη του καρδιακού μυ συμβαίνει στα αρχικά στάδια της κύησης, ενώ η προεκλαμψία εκδηλώνεται πολύ αργότερα. Έτσι, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι, προεκλαμψία και συγγενείς καρδιακές ανωμαλίες μοιράζονται κοινά υποκείμενα βιολογικά αίτια.