¨Ολο και περισσότεροι διαβητικοί με διαβήτη τύπου 2 αναγκάζονται να διακόψουν τη θεραπεία τους αφού πια δεν συνταγογραφούνται οι βελόνες ινσουλίνης και αναγκάζονται να πληρώνουν περίπου 20 ευρώ το μήνα για αγορά βελονών αν κάνουν τρεις ενέσεις την ημέρα. Ο λόγος είναι οι περικοπές που αποφάσισε το υπουργείο υγείας. Το οξύμωρο είναι ότι ο διαβήτης τύπου 1 αποζημιώνεται πλήρως. Είναι γελοία το λιγότερο η στάση του κράτους που σταματάει τη θεραπεία του διαβητικού όταν ξέρει ότι ο διαβητικός που είναι αρύθμιστος ανά πάσα στιγμή μπορεί να υποτροπιάσει και να καταλήξει σε κάποιον ακρωτηριασμό με αποτέλεσμα να πληρώνει το κράτος πολλαπλάσια χρήματα σε αναπηρικές συντάξεις και εξοπλισμό επιβίωσης του μελλοντικου αναπήρου. Η Ελλάδα έχει 670.000 περίπου διαβητικούς εκ των οποίων οι μισοί δεν το ξέρουν και από αυτούς που το ξέρουν μόνο οι μισοί είναι ρυθμισμένοι. Οταν λέμε ρυθμισμένοι διαβητικώς εννοούμαι διαβήτη νηστείας πρωινό από 1,06 ή 1,07 και διαβήτη μεταγευματικό δύο ώρες μετά το γεύμα 1,40 περίπου.
Μια ολιστική προσέγγιση για την αντιμετώπιση του διαβήτη στη χώρα μας, παρουσιάστηκε σήμερα σε ενημερωτική εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε για τους εκπροσώπους του Τύπου. Η εκδήλωση διοργανώθηκε από την MSD, γνωστή και ως Merck & Co., Inc., Kenilowrth, NJ, USA, στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά, που αποτελεί μια από τις ηγέτιδες εταιρείες στην αντιμετώπιση του Σακχαρώδους Διαβήτη παγκοσμίως.
Ο Σακχαρώδης Διαβήτης είναι μία πάθηση με εντεινόμενη νοσηρότητα, η οποία καθίσταται μείζον πρόβλημα για τη Δημόσια Υγεία. Η ρύθμιση του σακχαρώδους διαβήτη αποτελεί καθοριστικό παράγοντα της μελλοντικής εξέλιξης της νόσου, της χρήσης υπηρεσιών Υγείας από την πλευρά του ασθενούς, και, φυσικά, του κόστους. Σύμφωνα με στοιχεία ερευνών, το 3% έως 6% των συνολικών δαπανών Υγείας, δαπανώνται κάθε χρόνο για την αντιμετώπιση του διαβήτη.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ), το κόστος ενός μη ρυθμισμένου ασθενούς είναι κατά τουλάχιστον 50% υψηλότερο σε σύγκριση με το ετήσιο κόστος για έναν ασθενή ο οποίος επιτυγχάνει ρύθμιση εντός των θεραπευτικών στόχων.
Ο Οικονομολόγος Υγείας, Τομέας Οικονομικών της Υγείας, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, κ. Κώστας Αθανασάκης, υπογράμμισε ότι το μέσο ετήσιο κόστος ανά ασθενή (ανεξαρτήτως ρύθμισης) ανέρχεται σε 2.889 ευρώ. Το μεγαλύτερο τμήμα της δαπάνης αφορά τις επιπλοκές της νόσου.
Σύμφωνα με τον κ. Αθανασάκη, ένας σημαντικός παράγοντας που επιδρά στη ρύθμιση του ασθενούς εντός των θεραπευτικών στόχων είναι αφενός η πρόσβαση στην κατάλληλη αγωγή και αφετέρου, η συμμόρφωση σε αυτήν.
Παρουσιάζοντας στοιχεία από σχετική μελέτη της ΕΣΔΥ, ανέφερε ότι στην Ελλάδα μόλις το 62% των διαγνωσμένων ασθενών λαμβάνει κάποιου είδους θεραπεία και από αυτούς μόλις το 43% επιτυγχάνει τους θεραπευτικούς στόχους.
Ο κ. Αθανασάκης υπογράμμισε ότι η ορθή διαχείριση του ασθενούς και η πρόσβαση σε θεραπείες με αποδεδειγμένη κλινική αποτελεσματικότητα και οικονομική αποδοτικότητα (σχέση κόστους – οφέλους) μπορεί να έχει πολλαπλά οφέλη για τους πάσχοντες και το σύστημα Υγείας, σε όρους περιορισμού της νοσηρότητας αλλά και του οικονομικού φορτίου από τη νόσο.
Ο κ. Παναγιώτης Χαλβατσιώτης, Eπίκουρος Kαθηγητής Παθολογίας με εξειδίκευση στον Σακχαρώδη Διαβήτη, ΠΓΝ «Αττικόν», χαρακτήρισε την πάθηση ένα εντεινόμενο πρόβλημα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, ο επιπολασμός του διαβήτη σε παγκόσμια κλίμακα είναι 7,9%. Αυτό σημαίνει ότι 387 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν, εκ των οποίων 46,3% είναι μη διαγνωσμένοι. Τα επιδημιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι ο αριθμός των ασθενών με διαβήτη θα φτάσει παγκοσμίως τα 592 εκατομμύρια το 2035, αριθμός που αντιστοιχεί σε αύξηση 53% από το 2014.
Στην Ευρώπη 52 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν με διαβήτη, εκ των οποίων 33,1% είναι μη διαγνωσμένοι. Στην Ελλάδα, ο αριθμός των ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη ανέρχεται σε 585.000, αριθμός που αναμένεται να εκτιναχθεί στις 714.000 μέσα στην επόμενη εικοσαετία (αύξηση 22%).
Ο καθηγητής επεσήμανε ότι υπάρχουν πολλές πλευρές στην πρόκληση που ονομάζεται διαβήτης, καθώς μεγάλο ποσοστό των πασχόντων (36,6%) παραμένουν αδιάγνωστοι και από τους διαγνωσμένους ασθενείς μόλις το 46% βρίσκονται εντός θεραπευτικών στόχων.
Ο κ. Haseeb Ahmad, Managing Director Ελλάδας, Κύπρου και Μάλτας της MSD, αναφέρθηκε στον ηγετικό ρόλο της εταιρείας στον τομέα του διαβήτη και όχι μόνον. Η MSD – εξήγησε – επενδύει ετησίως 6,5 δισ. δολάρια και 25 νέα προϊόντα της βρίσκονται σε πολύ προχωρημένο στάδιο ανάπτυξης. Οι ερευνητές της πραγματοποιούν έρευνες για νέα φάρμακα σε περισσότερες από 10 θεραπευτικές κατηγορίες, μεταξύ των οποίων είναι τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο διαβήτης, η ογκολογία, η νόσος του Αλτσχάιμερ.
Ο κ. Ahmad υπογράμμισε ότι στον τομέα της αντιμετώπισης του διαβήτη, η MSD έχει συμβάλλει σημαντικά, κατέχοντας σήμερα ηγετική θέση παγκοσμίως. Φέτος, συμπληρώνονται 20 χρόνια από τότε η MSD παρουσίασε τον πρώτο αναστολέα του ενζύμου διπεπτιδυλικής πεπτιδάσης 4 (DPP – 4). Η σιταγλιπτίνη αποτέλεσε σταθμό στην αντιμετώπιση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Το 2012, βραβεύτηκε ως το «Medicine of the Year 2012» από το «THE MAGAZINE OF PHARMACEUTICAL BUSINESS AND MARKETING». Το 2013 έλαβε διεθνή διάκριση ως “Brand of the Year” από το περιοδικό Pharmaceutical Executive.
Ταυτόχρονα, ο κ. Ahmad τόνισε ότι μόνο μέσω της συνεργασίας της Πολιτείας με εταιρείες σαν την MSD, που έχει να προσφέρει πάρα πολλά σε επίπεδο τεχνογνωσίας, μπορεί να σχεδιαστεί ένα νέο σύστημα υγείας, βασισμένο σε δείκτες κόστους – οφέλους, έτσι ώστε να μπορεί να είναι βιώσιμο. Οι καινοτομίες που μπορούν να προσφέρουν εταιρείες σαν την MSD, αποτελούν μονόδρομο για τη λειτουργία ενός συστήματος που θα προσφέρει ποιοτικές και αποδοτικές υπηρεσίες υγείας, πάντα με επίκεντρο τον ασθενή.
Ο κ. Λάζαρος Πουγγίας, MD, PhD, Ιατρικός Διευθυντής MSD Ελλάδας, ανέδειξε τη θεραπευτική αξία των αναστολέων διπεπτιδυλικής πεπτιδάσης (DPP – 4) στον έλεγχο του σακχαρώδη διαβήτη. Επεσήμανε ότι η MSD έχει μια μακρά και άκρως επιτυχημένη ιστορία στην αντιμετώπιση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, ενώ παρουσίασε και τα νέα «όπλα» που αναμένεται να κυκλοφορήσει η MSD στο εγγύς μέλλον για την αντιμετώπιση της νόσου.
Από την πρώτη ημέρα εμπορικής διάθεσης της σιταγλιπτίνης το 2006, που αποτέλεσε τον πρώτο αναστολέα της διπεπτιδυλικής πεπτιδάσης στις ΗΠΑ, η MSD συνέχισε τις συνεργασίες της με τους εταίρους της από την ακαδημαϊκή κοινότητα και τη βιομηχανία, ώστε να υπάρξει σύντομα πρόοδος στην έρευνα και ανάπτυξη καινοτόμων θεραπευτικών επιλογών.
Σε αυτή την κατεύθυνση υπάρχουν νέα δεδομένα κλινικής μελέτης φάσης 3 για την ομαριγλιπτίνη, τον αναστολέα της διπεπτιδυλικής πεπτιδάσης – 4 που χορηγείται μία φορά την εβδομάδα.
Σύμφωνα με τον κ. Πουγγία, η σιταγλιπτίνη αποτελεί σήμερα τον αναστολέα διπεπτιδυλικής πεπτιδάσης με τη μεγαλύτερη κλινική εμπειρία, καθώς έχουν χορηγηθεί παγκοσμίως περισσότερες από 72 εκατομμύρια συνταγές!
Ο ιατρικός διευθυντής της MSD έκανε λόγο για νέες θεραπείες κατά του διαβήτη, οι οποίες αναμένεται να κυκλοφορήσουν στο εγγύς μέλλον. Μέσα στο 2017 – είπε – θα κυκλοφορήσουν στην Ελλάδα η ομαριγλιπτίνη και η γλαργινική ινσουλίνη.
Η ομαριγλιπτίνη (ΜΚ – 3102) είναι ένας άπαξ εβδομαδιαίως αναστολέας της διπεπτιδυλικής πεπτιδάσης – 4, ο οποίος χορηγείται κατά του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Το πρόγραμμα ανάπτυξής του περιλαμβάνει δέκα μελέτες φάσης 3, στις οποίες συμμετέχουν 8.000 ασθενείς.
Η γλαργινική ινσουλίνη (ΜΚ – 1293), είναι μία υπό ανάπτυξη ινσουλίνη για τη θεραπεία ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 και 2.
Σε εξέλιξη βρίσκεται και μία μελέτη φάσης 1 για την ανάπτυξη ενός τύπου ινσουλίνης (smart insulin), για τη ρύθμιση των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα με λιγότερες υπογλυκαιμίες.
Την ίδια ώρα, η MSD και η Pfizer έχουν συνάψει συμφωνία για συνεργασία σε παγκόσμιο επίπεδο (με εξαίρεση την Ιαπωνία) για την ανάπτυξη και την εμπορική εκμετάλλευση της ερτουγλιφλοζίνης της Pfizer. Πρόκειται για έναν ερευνητικό, από του στόματος αναστολέα συμμεταφορέα γλυκόζης – νατρίου (SGLT2) για τη θεραπεία του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Το εν λόγω σκεύασμα διερευνάται σε επτά μελέτες φάσης 3.